ρομάντσο

ρομάντσο
το, Ν
βλ. ρομάντζο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Лундемис, Менелаос — Менелаос Лундемис (греч. Μενέλαος Λουντέμης Агиа Кирьяки Восточная Фракия 1912 *  Афины 22 января 1977 года)  известный греческий писатель Содержание 1 Биография 2 …   Википедия

  • ρομάντζο — και ρομάντσο, το, Ν 1. μυθιστόρημα ή αφήγημα που διηγείται μια ερωτική ιστορία 2. ερωτική ιστορία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. romanzo < αρχ. γαλλ. romans < λατ. rōmanice < Rōmanus «Ρωμαίος». Η λ. αρχικά σήμαινε κάθε βιβλίο γραμμένο σε δημώδη… …   Dictionary of Greek

  • σκάκι — Το παιχνίδι για δύο άτομα, με πεσσούς, (πιόνια), οι οποίοι καθώς μετακινούνται από τους παίχτες, σύμφωνα με ορισμένους κανόνες, δίνουν τη σχηματική διεξαγωγή μιας μάχης. Κατάγεται πιθανότατα από την Ινδία (η λέξη προέρχεται από το περσικό σαχ,… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • Γκάρμπο, Γκρέτα — (Greta Garbo, Στοκχόλμη 1905 – Νέα Υόρκη 1990). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Σουηδέζας ηθοποιού του κινηματογράφου Γκρέτα Γκούσταφσον (Greta Gustafsson).Εργάστηκε αρχικά σε κομμωτήριο και έπειτα ως μαθητευόμενη στα μεγάλα καταστήματα PUB, όπου της… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

  • Σαρπαντιέ, Γκυστάβ — (Charpentier). Γάλλος συνθέτης (Ντιεζ, Λωραίνη 1860 Παρίσι 1956). Αφού τελείωσε τη μαθητεία του στο Ωδείο της Λίλλης, ο Σ. πήγε στο Παρίσι όπου σπούδασε σύνθεση με το Μασενέ, τον οποίο διαδέχτηκε στο Ινστιτούτο το 1912, όταν ο δάσκαλος… …   Dictionary of Greek

  • Σεράο, Ματθίλδη — (Serao). Ιταλίδα μυθιστοριογράφος και δημοσιογράφος (Πάτρα 1856 Νεάπολη 1927). Από πολύ νεαρή ηλικία άρχισε μια επιτυχέστατη σταδιοδρομία σε διάφορες ιταλικές εφημερίδες και περιοδικά. Το 1884 παντρεύτηκε τον Εντοάρντο Σκαρφόλιο, μαζί με τον… …   Dictionary of Greek

  • Φάλκε, Γκούσταβ — (Falke, Λίμπεκ 1853 – Αμβούργο 1916). Γερμανός ποιητής. Καθηγητής της μουσικής και αργότερα μαέστρος, έκανε την πρώτη του εμφάνιση στα γράμματα με τα ποιήματά του. Θαυμάσια είναι η πρώτη του ποιητική συλλογή Mynheer der Tod (1892), επηρεασμένη… …   Dictionary of Greek

  • ρομάντζο — ρομάντζο, το και ρομάντσο, το (λ. ιταλ.), μυθιστόρημα ερωτικού συνήθως περιεχομένου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”